μαστίφ

μαστίφ
(mastiff). Κοινή ονομασία με την οποία χαρακτηρίζονται διάφορες ράτσες σκύλων, μολοσσοειδούς τύπου. Το ύψος των αρσενικών φτάνει τα 65-75 εκ. στο ακρώμιο, ενώ στα θηλυκά τα 60-70 εκ. Το τρίχωμά τους είναι ίσιο, πυκνό, με γυαλιστερή εμφάνιση, σε χρώματα μαύρο, μολυβί, γκρίζο, ραβδωτό όπως της τίγρης, ξανθό, ενώ ενίοτε φέρει άσπρες βούλες στο στήθος ή στα δάχτυλα. Το κεφάλι είναι μεγάλο, με ρύγχος βραχύ, πλατύ όσο και το μήκος του. Το δέρμα, εξαιρετικά χοντρό, σχηματίζει ρυτίδες στο κρανίο και μια δερματική πτυχή στον λαιμό. Το αγγλικό μ. είναι ένα από τα πιο μεγαλόσωμα σκυλιά και φτάνει μερικές φορές τα 80-82 εκ., ενώ το βάρος ποικίλλει από 70-90 κιλά. Άλλα μ. είναι του Θιβέτ, άμεσος απόγονος του αρχαιότατου θιβετιανού σκύλου, αλλά όχι τόσο κολοσσιαίο, το μπουλ-μάστιφ (bull-mastiff), που προήλθε από μια επιτυχημένη διασταύρωση αγγλικού μ. και μπουλντόγκ, το ισπανικό μ., το μ. των Μαγιόρκα, το μ. του Μπορντό και το βελγικό μ. Η καταγωγή τους ανάγεται στην αρχαιότητα και πιθανολογείται ότι το σχετίζεται με τον γιγαντιαίο μ. του Θιβέτ, ο οποίος απεικονίζεται σε τερακότες και ανάγλυφα του ασσυροβαβυλωνιακού πολιτισμού. Από τα μεγάλα ινδικά σκυλιά (τα οποία χρησιμοποίησε ο Μέγας Αλέξανδρος στις μάχες) κατάγονταν οι μολοσσοί των Ελλήνων και των Ρωμαίων στην αρχαιότητα, που αγωνίζονταν στους ιπποδρόμους και στους στίβους με τους μονομάχους, με τις αρκούδες και τα λιοντάρια. Αργότερα Ρωμαίοι λεγεωνάριοι μετέφεραν μεγάλο αριθμό μ. στην Αγγλία, προκειμένου να διασταυρώσουν τις ράτσες. Από αυτά κατάγεται σήμερα και ο ναπολιτάνικος μ., σκύλος κανονικού αναστήματος, ευκίνητος στην επίθεση παρά το μέγεθός του, και που, όπως όλα τα μ., χρησιμοποιείται ως φύλακας. Ο ναπολιτάνικος μάστιφ, σκύλος μολοσσοειδούς τύπου, χρησιμοποιείται κυρίως ως φύλακας και είναι ιδιαίτερα ευκίνητος στην επίθεση παρά το μέγεθός του.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • μολοσσός — Σκύλος εξαιρετικά ρωμαλέος και θαρραλέος, από τον οποίο χαρακτηρίστηκε και ο τύπος των μολοσσοειδών. Κατά την αρχαιότητα υπήρχαν μακεδονικοί και ρωμαϊκοί μολοσσοί· ο σημερινός μ. προέρχεται από μια φυλή που ζει από αιώνες στην Καμπανία της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”